Συνέντευξη: Βίλυ Αργυρούδη
Η συνέντευξη με την Πηνελόπη έμοιαζε με απόδραση σε λούνα παρκ. Μια επίσκεψη στην τεράστια πολύχρωμη ρόδα, εκεί που νιώθεις ελεύθερος όσο ποτέ άλλοτε, κάθε φορά που αναφερόταν στους Mamacita On Fire, μια απόπειρα στα «συγκρουόμενα» όταν μιλούσε για την ροκ πλευρά της, με μια βαθιά ανάσα στο «σφυρί» όταν καταδίκαζε την κακοπροαίρετη κριτική και ένα γρήγορο πέρασμα από το «τρενάκι του τρόμου» όταν δε δίσταζε να συμφωνήσει με το σχόλιο μου πως εάν "σκύβεις" συνέχεια, θα σε «πηδάνε» και συνέχεια.
Την παρακολουθώ όση ώρα απαντάει στις ερωτήσεις μου και υποσυνείδητα καταλήγω στο συμπέρασμα ότι θα μπορούσε να ανήκει και αλλού. Σε άλλη εποχή, σε άλλη δεκαετία: Ίσως στη δεκαετία του 1930, όπου η μόδα θα συναντήσει τον κινηματογράφο -ο κορσές θα έχει μείνει στο αμαρτωλό παρελθόν- και οι γυναίκες θα έχουν την ανάγκη να είναι συνεχώς λαμπερές, όπως οι αγαπημένες τους πρωταγωνίστριες. Ίσως πάλι στα ΄50s, την πιο κολακευτική δεκαετία για τη γυναίκα όπως συνηθίζουν να λένε, την εποχή που οι γραμμές ακολουθούν το κορμί τονίζοντας τα ωραιότερα σημεία του. Αν και είμαι βέβαιη ότι θα της πήγαιναν πολύ και τα ‘80s, η δεκαετία της υπερβολής και η αμέσως επόμενη, αυτή των ‘90s όπου η απλότητα θα έπαιρνε την σκυτάλη.
Επειδή η mamacita Πηνελόπη χρειάστηκε μόνο λίγα λεπτά για να με πείσει ότι συνδυάζει με απόλυτα φυσικό τρόπο τον ρομαντισμό με τη δυναμικότητα, την “ροκιά” με τη μουσική των μιούζικαλ, το «καλώς ήρθες» με το «Αντίο».
Επειδή η mamacita Πηνελόπη χρειάστηκε μόνο λίγα λεπτά για να με πείσει ότι συνδυάζει με απόλυτα φυσικό τρόπο τον ρομαντισμό με τη δυναμικότητα, την “ροκιά” με τη μουσική των μιούζικαλ, το «καλώς ήρθες» με το «Αντίο».
Η Πηνελόπη που στοιχηματίζω ότι δεν θα «μάσαγε» να περιμένει για δεκαετίες τον «Οδυσσέα» της, μοιράστηκε στο moirasou πως το να μοιράζεσαι είναι αρετή και ΝΑΙ, αξίζει τον κόπο, ακόμα κι αν αργότερα φας τα μούτρα σου.
Διάβασα την ιστορία των Mamacita On Fire λίγο προτού συναντηθούμε και τώρα πια βλέπω και από κοντά το τατουάζ που «χτύπησες» για να τους κουβαλάς πάντα και παντού μαζί σου… Παρόλα αυτά, θέλω να μου την πεις ξανά εσύ. Όπως την βίωσες, όπως την έχεις αποθηκεύσει στον «σκληρό» σου δίσκο.
Τον Θοδωρή Μαραντίνη από τους Ονιράμα δεν τον γνώριζα προσωπικά αλλά ίσως με είχε ακούσει κάποια στιγμή να τραγουδάω και με κάλεσε να συμμετέχω σε ένα live τους. Ουσιαστικά είχα κληθεί ως guest, ως ηθοποιός. Αυτό που έζησα, όμως, μαζί τους πάνω στην σκηνή ήταν συγκλονιστικό. Ένα σύντομο μουσικό ταξίδι που θα με έκανε, όμως, να δω τα πράγματα εντελώς διαφορετικά. Ξαφνικά, από το πουθενά, ένιωσα μια πρωτόγνωρη ελευθερία. Και να φανταστείς ότι μέχρι εκείνη την στιγμή απέφευγα να ασχοληθώ με αυτόν τον χώρο, παρά μόνο στο πλαίσιο των μιούζικαλ που αγαπούσα και αποτελούσαν πάντα πρώτιστο επαγγελματικό μου στόχο. Λίγο καιρό μετά από εκείνη τη μοναδική εμπειρία, μου ζητήθηκε να κάνω ένα live στο Balux, συνεπώς έπρεπε να φτιάξω μια ομάδα. Μαζί με κάποιο παιδί από τα ιδρυτικά μέλη, το οποίο δεν βρίσκεται αυτήν την στιγμή μαζί μας στο συγκρότημα, φτιάξαμε αυτήν την ομάδα και αρχίσαμε να παρουσιάζουμε προς τα έξω, αυτό που κάναμε στα σπίτια μας για να περάσουμε εμείς καλά, καθώς δεν είμαστε από τα παιδιά που βγαίνουμε πολύ έξω. Το τατουάζ που βλέπεις στο χέρι μου, όπως και όλα τα τατουάζ στο σώμα μου, είναι για να μου θυμίζουν καθοριστικές στιγμές της ζωής μου. Οι Mamacita Οn Fire για μένα είναι το παιδί μας, ένα παιδί που όλη μου η υπόσταση κινείται γύρω από αυτό.
Παρότι σου είχαν γίνει προτάσεις και για τα προηγούμενα “dancing with the stars” κι εσύ με τη σειρά σου αρνιόσουν πεισματικά τις προτάσεις, καθώς δήλωνες ότι δεν σε αφορά το κομμάτι του ανταγωνισμού, τόλμησες να πάρεις μέρος στο «dancing on the ice”, ένα ομολογουμένως πιο δύσκολο εγχείρημα…
Έχεις δίκιο. Το έκανα. Και το έκανα γιατί το “dancing” ήταν η καλύτερη και η πιο σοβαρή πρόταση που μου έγινε φέτος. Να μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι επρόκειτο για κανονικότατη δουλειά, η οποία πλήρωνε και κανονικότατα. Όσο για το ανταγωνιστικό κομμάτι, εξακολουθώ να λέω ότι δεν με ενδιέφερε ποτέ. Στο “dancing” ήθελα να μείνω μέχρι το τέλος για πολλούς λόγους: μάθαινα κάτι καινούριο που το γούσταρα και μου έφτιαχνε τη διάθεση, περνούσα πολύ καλά με τα παιδιά και πληρωνόμουν με το επεισόδιο, συνεπώς με συνέφερε να μείνω μέχρι και το τέλος. Και όποιος βιαστεί να κρίνει αυτό που λέω, τον προκαλώ να είναι αυτός που θα βάλει τραπέζι στο φαγητό μας, προκειμένου να μην απαντάμε θετικά σε ανάλογες προτάσεις. Τελευταία, με τα όσα έχω ακούσει, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η κακοπροαίρετη κριτική είναι ένα ποινικό αδίκημα, το οποίο πρέπει και να διώκεται. Στο “dancing” οφείλω να πω ότι χρωστάω πολλά.
Να υποθέσω ότι μετά από αυτό το σόου σκέφτηκες και πιο θετικά την προοπτική ενός μιούζικαλ; Αλήθεια, πιστεύεις ότι θα υπάρχουν πια τέτοιες ευκαιρίες ή τελείωσαν κι αυτές μαζί με την εποχή των «παχιών αγελάδων»;
Όπως σου είπα, το μιούζικαλ ήταν πάντα στόχος. Να δεις που μέσα στην κρίση θα γίνουν ωραία πράγματα. Ουσιαστικά… Δεν λέω ότι δεν θα ήταν ωραία να ζούσα στην εποχή των «παχιών αγελάδων». Αν υποθέσουμε ότι θα ήταν τότε η καριέρα μου στη φάση που είναι τώρα-την λέξη καριέρα βάλ’ την σε εισαγωγικά, μην ακουστώ υπερφίαλη- θα ζούσα πολύ πολύ άνετα, κάτι που δεν συμβαίνει σήμερα. Δεν πειράζει, όμως. Σκέφτομαι ότι ανήκω στη γενιά που θα κληθεί να βάλει τις βάσεις για μια καινούρια αρχή κι αυτό δεν θα μπορούσε παρά να είναι μια ευτυχής συγκυρία από μόνο του.
Αν θα έπρεπε να σου βάλω μια «λεζάντα», θα ταίριαζε η λέξη «ροκ»; Ή τελικά η λέξη «ροκ» κρύβει μέσα της μια σκληρότητα που δεν είναι… απόλυτα εσύ;
Προχθές άκουγα κάπου τον Χρήστο Δάντη να λέει ότι όλα πια θεωρούνται ροκ. Για μένα «ροκ» είναι να είσαι ο εαυτός σου, ο εαυτός σου χωρίς να χρειάζεται να πατάς πάνω σε κεφάλια άλλων για να το πετύχεις. Ακούγεται εύκολο αλλά δεν είναι. Δεν είναι εύκολο να ζεις τις στιγμές, έτσι όπως θέλεις εσύ. Όσο για το σκληρό που λες, μη ξεχνάς ότι τις πιο ερωτικές, τις πιο ευαίσθητες, τις πιο αισθαντικές μπαλάντες, τις έχουν γράψει μεγαλόσωμοι άντρες με μακριά μαλλιά, με καρφιά, με τα όλα τους.
Σε έχουμε στο μυαλό μας ως ένα τέρμα δυναμικό κορίτσι, που δεν μασάει να δηλώσει ότι γυμνάζει το πάνω μέρος του σώματός της με έναν στύλο από αυτούς που έχουν στο Pole dancing (και μάλιστα μια εποχή που δεν ήταν στη μόδα αυτός ο τρόπος, όπως συμβαίνει σήμερα) ενώ παράλληλα ομολογεί ότι έχει σμπαραλιαστεί από τους μεγαλύτερους άνδρες-συντρόφους της στη ζωή και προτιμά πια να είναι πιο αυστηρή στις επιλογές της. Πώς συνδυάζεις τόσο νομοτελειακά την ευαισθησία με το δυναμισμό σου;
Οι γυναίκες είμαστε δυναμικές από τη φύση μας καθώς έχουμε κληθεί από την ίδια τη φύση να είμαστε εμείς αυτές που θα φέρουμε στον κόσμο τα παιδιά μας. Μπορώ να είμαι και δυναμική και ευαίσθητη συγχρόνως, όλοι είμαστε κατά βάθος. Από τον άνδρα που θα είναι δίπλα μου ζητάω κάτι πολύ απλό: Να είναι δύο βηματάκια εμπρός μου. Ας είναι και δίπλα μου. Δεν τον θέλω να είναι βήματα πίσω από εμένα, ούτε πολύ μπροστά και να μην μπορώ να τον φτάσω. Είμαι σε μια φάση της ζωής μου που χρειάζομαι ισορροπία.
Αν σε ρωτούσα ποια θα ήταν η ιδανική επαγγελματική πρόταση που θα ήθελες να έρθει τώρα στην καριέρα σου;
Δε θα μπορούσα να σου απαντήσω με ακρίβεια. Θα περιοριζόμουν στο να σου πω ότι ιδανικά θα ήθελα η μουσική που θα κυκλοφορήσουμε σε λίγο καιρό από σήμερα, να έχει την απήχηση που φαντάζομαι ότι θα έχει. Έχω μεγάλα όνειρα. Ψηλούς στόχους. Δεν μπορώ να τους κοινοποιήσω, όμως, αν πρώτα δεν υλοποιηθούν. Σε αυτήν την δουλειά, έχουν την τάση να παίρνουν με το «έτσι θέλω» τα όνειρά σου και να τα πατάνε. Να σε κάνουν να πιστεύεις ότι δε δικαιούσαι να έχεις όνειρα, γιατί θα θεωρηθείς αυτόματα υπερόπτης και εγωκεντρικός. Ας είμαστε καλά και ας έχουμε την τύχη να τα βλέπουμε να συμβαίνουν…
Γιατί νιώθω ότι βάζεις «φρένο» όταν μου μιλάς για τα όνειρά σου;
Ίσως επειδή είμαι πληγωμένη. Η δημοσιότητα είναι φυσική συνέπεια της δουλειάς μου και το αναγνωρίζω. Δεν παύει, όμως, να είναι και ένα αδηφάγο ζώο που τρέφεται από ανθρώπους που δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους. Δεν τους βάζω όλους στο ίδιο τσουβάλι. Άλλο πράγμα η δημοσιογραφία, άλλο η κριτική και άλλο η κριτική από ανθρώπους που κρίνουν ένα αντικείμενο που δε γνωρίζουν. Και ναι, σε πληγώνει να χρησιμοποιούν το όνομά σου, την προσωπικότητα και τη δουλειά σου, απλά για να περάσουν κάποιοι την ώρα τους.
Τα λες πάντα και όλα «έξω από τα δόντια»; Κι αν ναι, στο τέλος της ημέρας ποιος είναι ο απολογισμός; Χασούρα ή νίκη;
Το συζητάς; Στο τέλος της ημέρας, μού μένει μόνο η νίκη. Όλα ένα παιχνίδι είναι, ένα παιχνίδι που η χασούρα δεν πρέπει να σε σταματάει ποτέ. Δεν υπάρχει χρόνος και χώρος να μας πάρει από κάτω. Δεν έχω αυτήν την «πολυτέλεια», επειδή δουλειά μου είναι να κάνω τον κόσμο να περνάει καλά. Από την άλλη, δε θα σου κρύψω ότι και στη δουλειά μου πια είμαι πιο προσεχτική. Προσπαθώ να περιορίσω μερικές φορές τον αυθορμητισμό και την παρορμητικότητά μου γιατί διαπιστώνω ότι παρεξηγείται. Επιπλέον, έχω γίνει αρκετά πιο αυστηρή.
Λίγο πριν σε ευχαριστήσω που δέχθηκες να δώσεις συνέντευξη στο moirasou, να σε ρωτήσω αν συνηθίζεις να… μοιράζεσαι.
Με έμαθαν να μοιράζομαι. Οι γονείς μου. Το ίδιο έκαναν κι αυτοί, από πάντα. Είναι μαγκιά το να μοιράζεσαι… Αρετή! Αν δεν μοιράζομαι, δεν υφίσταμαι. Άλλωστε, σε αυτόν τον χώρο δεν μπορείς να κάνεις και κάτι διαφορετικό. Για να ετοιμάσεις κάποιο project, θα πρέπει να περάσεις άπλετο χρόνο με τους συνεργάτες σου. Να μοιραστείς μαζί τους την καθημερινότητά σου, τη ζωή σου, να τους κάνεις φίλους, να γίνουν η οικογένεια σου. Κάποιοι από αυτούς θα μείνουν, κάποιοι θα φύγουν μόλις τελειώσει αυτό που ετοιμάζατε. Δεν πειράζει. Αυτό συμβαίνει. Αυτό συμβαίνει, ακόμα και τις φορές που την πατάς. Φτάνει το μάθημα που θα πάρεις από αυτήν τη «μοιρασιά», να το χρησιμοποιήσεις προς γνώση και συμμόρφωση. Εσύ δε θα αλλάξεις τις αρχές σου για κάποιον τυχάρπαστο, για κάποιον επιτήδειο, όπως έλεγαν και οι παλιοί. Το «τα δικά σου δικά μου και τα δικά μου πάλι δικά μου» δεν ταιριάζει στον τρόπο ζωής μου,στον τρόπο σκέψης μου και είναι μια στάση που δεν θα υιοθετήσω ποτέ, ό,τι και να μου συμβεί αργότερα. Μοιραστείτε, λοιπόν…